• WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations
  • English Usage
Σε αυτή τη σελίδα: ride up, ride
Ο όρος 'ride up' παραπέμπει στον όρο 'ride'. Θα τον βρείτε σε μία ή περισσότερες από τις παρακάτω γραμμές.'ride up' is cross-referenced with 'ride'. It is in one or more of the lines below.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
ride up vi phrasal (clothing: move upwards) (ρούχα)ανεβαίνω ρ αμ
 This short skirt rides up when I sit down.
 Αυτή η μίνι φούστα ανεβαίνει όταν κάθομαι.
ride up [sth] vi + prep (clothing: move up on) (ρούχα)ανεβαίνω, σηκώνομαι ρ αμ
 That jumper is far too small for you - it's riding up your back!
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
ride [sth] vtr (travel by: bicycle, motorbike)πηγαίνω με κτ ρ αμ + πρόθ
 He rides his bike to school every day.
 Πηγαίνει καθημερινά με το ποδήλατο στο σχολείο.
ride [sth] vtr (travel by: bus, train)παίρνω ρ μ
  πηγαίνω με κτ ρ αμ + πρόθ
 I ride the bus into work every day.
 Παίρνω το λεωφορείο για να πάω καθημερινά στη δουλειά.
ride [sth] vtr (go on: a horse)καβαλάω, καβαλώ ρ μ
  ιππεύω ρ μ
 The girls love to ride horses.
 Αυτή η πρόταση δεν είναι μετάφραση της αγγλικής πρότασης. Έχεις ξανακαβαλήσει πόνυ, ή είναι η πρώτη σου φορά;
ride [sth] vtr (jockey)ιππεύω ρ μ
 The jockey was riding the favourite horse.
 Ο τζόκεϊ ίππευε το αγαπημένο του άλογο.
ride vi (go on horseback)ιππεύω ρ αμ
  (ως χόμπυ)κάνω ιππασία έκφρ
 She loves to ride and has her own horse.
 Της αρέσει να κάνει ιππασία και έχει δικό της άλογο.
ride n US, informal (transport: lift in a vehicle)πηγαίνω, πάω ρ μ
  πηγαίνω με το αυτοκίνητο, πάω με το αυτοκίνητο έκφρ
  (καθομιλουμένη, μεταφορικά)πετάω ρ μ
  πετάω με το αυτοκίνητο έκφρ
Σχόλιο: Δεν υπάρχει αντιστοιχία στη δομή της πρότασης.
 Thanks for the ride! I'd never have made it here on time without it.
 Ευχαριστώ που με πήγες! Δεν θα προλάβαινα με τίποτα χωρίς εσένα.
ride n (fairground attraction) (μεταφορικά)παιχνίδι ουσ ουδ
  (με ράγες και βαγόνια)τρενάκι ουσ ουδ
 The Ferris wheel is my favourite ride at the park.
 H ρόδα είναι το αγαπημένο μου παιχνίδι στο λούνα παρκ.
ride n informal (trip)διαδρομή ουσ θηλ
  (καθομ: σύντομη διάρκεια)βόλτα ουσ θηλ
 It was an enjoyable ride through the mountains of West Virginia.
 Ήταν μια ευχάριστη διαδρομή μέσα από τα βουνά της Δυτικής Βιρτζίνια.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Επιπλέον μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
ride n US, slang (car, truck) (αργκό, παλαιό)κούρσα ουσ θηλ
  αυτοκίνητο ουσ ουδ
  αμάξι ουσ ουδ
 Man, you have a nice ride! When did you get that car?
ride n US, informal (person: providing lift in vehicle)αυτός που θα με πάει
Σχόλιο: Δεν υπάρχει αντίστοιχος όρος.
 There's Emily; she's my ride, so I have to go.
 Να η Έμιλη. Θα με πάει εκείνη οπότε πρέπει να φύγω.
ride n (path for horse riding)μονοπάτι για ιππασία φρ ως ουσ ουδ
  (πιο απλά)μονοπάτι ουσ ουδ
ride [sb] to do [sth] v expr US, informal, figurative (harass) (καθομ: σε κπ για να κάνει κτ)τα πρήζω έκφρ
  (καθομ: κάποιον για να κάνει κτ)πρήζω ρ μ
 She kept riding him to get him to follow the rules.
 Συνέχισε να του τα πρήζει για να τον κάνει να ακολουθήσει τους κανόνες.
ride,
ride up
vi
(clothing: shift upwards) (μεταφορικά)ανεβαίνω ρ αμ
 His pants tend to ride on his hips.
ride vi (travel by vehicle)οδηγώ ρ μ
  (γενικά)καλύπτω απόσταση περίφρ
  (καθομιλουμένη)κάνω ρ μ
 We rode for 50 miles but then the car broke down.
 Είχαμε οδηγήσει 50 μίλια όταν χάλασε το αυτοκίνητο.
 Αυτή η πρόταση δεν είναι μετάφραση της αγγλικής πρότασης. Είχα κάνει 10 χιλιόμετρα όταν μου έσκασε το λάστιχο του ποδηλάτου.
ride vi (be supported or carried) (πάνω σε κάτι)κινούμαι ρ αμ
 The conveyor belt rides on a series of rollers.
ride vi (lie at anchor)είμαι αγκυροβολημένος ρ έκφρ
 There was a fishing boat riding in the bay.
ride vi (automobile: perform)κινούμαι ρ αμ
  (μεταφορικά)πηγαίνω, πάω, προχωράω ρ αμ
 This new car rides so smoothly!
ride on [sth] vi + prep (be carried)είμαι καβάλα σε κτ περίφρ
  πηγαίνω καβάλα σε κτ περίφρ
  καβαλάω ρ μ
 His son likes to ride on his shoulders.
ride [sb] vtr usually passive (fill, overwhelm: with an emotion) (μεταφορικά)με πνίγει, με βαραίνει έκφρ
 He was ridden with anxiety about his exams.
 Τον έχει πνίξει το άγχος για τις εξετάσεις του.
ride [sth] vtr (travel, traverse: distance)καλύπτω απόσταση περίφρ
  (καθομ, μεταφορικά)κάνω ρ μ
 We rode 30 km today on our bikes.
 Σήμερα, καλύψαμε απόσταση 30 χιλιομέτρων με τα ποδήλατά μας.
 Σήμερα, κάναμε 30 χιλιομέτρα με τα ποδήλατά μας.
ride [sb] vtr (carry)κουβαλάω στους ώμους μου περίφρ
  βάζω καβάλα στους ώμους μου περίφρ
  (στους ώμους)σηκώνω, παίρνω ρ μ
 I ride my son on my shoulders.
 Κουβαλάω το γιο μου στους ώμους μου.
 Βάζω το γιο μου καβάλα στους ώμους μου.
ride [sth] vtr (be carried on: water, wave)καβαλάω ρ μ
 The surfer rode the wave.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Phrasal verbs
ride | ride up
ΑγγλικάΕλληνικά
ride away vi phrasal (leave on cycle or motorbike)φεύγω ρ αμ
  (κατά λέξη)φεύγω με μηχανή έκφρ
 Jaz climbed on his bike, revved his engine and rode away.
ride off vi phrasal (leave on cycle or motorbike)φεύγω ρ αμ
  (κατά λέξη)φεύγω με μηχανή έκφρ
 The delivery man handed me the pizza and rode off.
ride on [sth] vtr phrasal insep informal, figurative (be at stake in) (μεταφορικά, καθομ)παίζομαι ρ αμ
 There's a lot riding on the outcome of this contest - not least, my reputation!
 Παίζονται πολλά σε αυτό το διαγωνισμό, με πρώτο και καλύτερο τη φήμη μου!
ride [sth] out,
ride out [sth]
vtr phrasal sep
(endure)αντεπεξέρχομαι σε κτ ρ αμ + πρόθ
  περιμένω να περάσει κτ έκφρ
  (δυσκολία)αντέχω, υπομένω ρ μ
  (καθομιλουμένη, μεταφορικά)επιζώ ρ αμ
 We rode out the bad weather in the cabin.
 Περιμέναμε στο σπιτάκι να περάσει η κακοκαιρία.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ride | ride up
ΑγγλικάΕλληνικά
along for the ride expr figurative (not be active participant)που δεν συμμετέχει περίφρ
  (ανάλογα την περίπτωση)που ήρθε για βόλτα, που ήρθε για παρέα περίφρ
 My wife is attending the conference in this hotel; I'm just along for the ride.
amusement ride n (ride at fairground, theme park) (Δεν υπάρχει αντιστοιχία.)-
 I think amusement rides are dangerous.
 Πιστεύω ότι τα τρενάκια στο λούνα παρκ είναι επικίνδυνα.
 Πιστεύω ότι τα παιχνίδια στο λούνα παρκ είναι επικίνδυνα.
be taken for a ride v expr informal, figurative (be swindled)παραπλανούμαι, εξαπατούμαι ρ αμ
  με παραπλανούν, με εξαπατούν περίφρ
  (καθομιλουμένη)πιάνομαι κορόιδο ρ εκφρ
  (αργκό)πιάνομαι κώτσος, πιάνομαι μαλάκας ρ εκφρ
 I had donated thousands of pounds before I realised I was being taken for a ride.
bike ride n informal (bicycle journey) (καθομιλουμένη)ποδηλατάδα ουσ θηλ
  βόλτα με το ποδήλατο περίφρ
 They put on their helmets and went off for a bike ride.
boat ride n (trip or outing in a water craft)βόλτα με βάρκα περίφρ
  (μόνο για βάρκα)βαρκάδα ουσ θηλ
  βόλτα με σκάφος περίφρ
Σχόλιο: Η επιλογή της απόδοσης γίνεται με βάση το είδος του σκάφους και μπορεί να τροποιηθεί ανάλογα.
 We went for a boat ride out to the island.
bumpy ride n figurative, informal (difficult experience) (καθομιλουμένη)δύσκολα επίθ ως ουσ ουδ πλ
  δύσκολη κατάσταση επίθ + ουσ θηλ
  (αργκό)δύσκολη φάση επίθ + ουσ θηλ
 Josh has had a bumpy ride since he was diagnosed with cancer two years ago.
car ride n (journey, outing in a car)ταξίδι με αυτοκίνητο φρ ως ουσ ουδ
  βόλτα με αυτοκίνητο φρ ως ουσ θηλ
 When I was a child, my family went for a car ride every Sunday.
free ride n slang (get without working for it)ευκολία ουσ θηλ
Σχόλιο: hyphen used when term is an adj before a noun
Σχόλιο: δεν υπάρχει ακριβής αντιστοιχία
 There are no free rides here: if you don't work, you don't eat.
give [sb] a ride,
give a ride to [sb] (US),
give [sb] a lift,
give a lift to [sb] (UK)
v expr
informal (take in car)πάω κπ κάπου με το αυτοκίνητο έκφρ
  (καθομιλουμένη, μεταφορικά)πετάω κπ κάπου έκφρ
 I'll give you a ride to the airport.
go for a ride v expr (take: car, bike trip) (με αυτοκίνητο ή μηχανή)πάω μια βόλτα με κτ περίφρ
  (γενικά)πάω μια βόλτα περίφρ
Σχόλιο: Απαιτείται διευκρίνιση του μεταφορικού μέσου.
 I'm bored; let's go for a ride by the coast.
hitch a ride,
hitch a lift
v expr
informal (hitchhike)κάνω ωτοστόπ έκφρ
  βρίσκω κάποιον να με πάει περίφρ
 I might be able to hitch a ride to the airport.
horse ride n (journey made on horseback) (διαδικασία)ιππασία ουσ θηλ
  (εξόρμηση αναψυχής)βόλτα με άλογο περίφρ
  (γενικά, μεγάλη απόσταση)διαδρομή με άλογο περίφρ
 We went for a horse ride in the woods together for my birthday.
horseback ride (US),
horse ride (UK)
n
(ride on a horse)βόλτα με άλογο φρ ως ουσ θηλ
 We went for a horse ride in the woods together for my birthday.
log ride n (amusement: flume) (λούνα παρκ)τρενάκι που πέφτει στο νερό
Σχόλιο: Δεν υπάρχει αντίστοιχος όρος.
park-and-ride n (bus service from town outskirts)δρομολόγιο λεωφορείου από τα προάστια προς το κέντρο της πόλης
Σχόλιο: Αυτό το σύστημα έχει ως στόχο να ενθαρρύνει τους πολίτες να παρκάρουν το αυτοκίνητό τους στα προάστια και να παίρνουν το λεωφορείο προς αποφυγή κυκλοφοριακής συμφόρησης στο κέντρο της πόλης.
park-and-ride adj (relating to bus service)που σχετίζεται με το δρομολόγιο λεωφορείου από τα προάστια προς το κέντρο της πόλης
pickaback ride n informal, dated (piggyback ride)το να σηκώνω κάποιον στην πλάτη μου έκφρ
  (κυρίως Πελοπόννησος)καλικούτσα ουσ θηλ
piggyback,
piggyback ride
n
informal (ride on [sb]'s back)βόλτα στους ώμους περίφρ
 The child got a piggyback ride from her older brother.
ride a bike v expr informal (go cycling, use a pushbike)κάνω ποδήλατο ρ μ
 You never forget how to ride a bike.
 Ποτέ δεν ξεχνάς πως να κάνεις ποδήλατο.
ride back vi + adv (return via vehicle or horse)επιστρέφω, γυρίζω περίφρ
  γυρίζω πίσω ρ αμ + επίρ
  (κατά λέξη)επιστρέφω με άλογο περίφρ
  επιστρέφω με αυτοκίνητο περίφρ
ride by [sth] vi + prep (pass on a vehicle)περνώ δίπλα από κπ/κτ, περνάω δίπλα από κπ/κτ περίφρ
ride [sb/sth] down,
ride down [sb/sth]
vtr + adv
(trample under hooves)ποδοπατάω, ποδοπατώ ρ μ
ride [sb] down,
ride down [sb]
vtr + adv
(catch up with)φτάνω ρ μ
ride for a fall v expr informal, figurative (be heading for failure or disaster) (μεταφορικά)πηγαίνω πρόσω ολοταχώς για τον γκρεμό εκφρ
  (καθομιλουμένη, μεταφορικά)θα το φάω το κεφάλι μου έκφρ
 Darryl's sister told him he was riding for a fall when he fell in love with his friend's mother.
ride high v expr figurative (be successful)τα πάω καλά έκφρ
  σημειώνω επιτυχία ρ μ + ουσ θηλ
ride on [sth] vi + prep (be mounted on: horse, bicycle, etc.)ιππεύω, καβαλικεύω, καβαλάω ρ μ
 I will ride on the camel's back.
 Θα καβαλικεύσω την καμήλα.
ride [sb] out of town v expr US, figurative (force to leave)τρέπω κπ σε φυγή, εξαναγκάζω κπ σε φυγή έκφρ
  διώχνω ρ μ
  αναγκάζω κπ να φύγει έκφρ
 The gangster rode his rivals out of town.
ride out the storm v expr figurative (endure a crisis)ξεπερνάω τις δυσκολίες έκφρ
  ξεπερνάω την κρίση έκφρ
  ανταπεξέρχομαι στα δύσκολα έκφρ
  περιμένω να περάσουν τα δύσκολα έκφρ
ride over to [sth] v expr US (travel by car to a place) (αν είμαι οδηγός)οδηγώ μέχρι κτ, οδηγώ σε κτ ρ μ + πρόθ
  (πιο γενικά)πάω με το αυτοκίνητο σε κτ, πάω με το αυτοκίνητο μέχρι κτ περίφρ
 After work, Joel rode over to his buddy's place to watch the game.
ride piggyback v expr informal (ride on [sb]'s back)στους ώμους φρ ως επίρ
  (τοπική διάλεκτος)μπορμπόλια, καλικούτσα επίρ
 When Cindy hurt her ankle, she rode piggyback on her husband to get to the car.
ride roughshod over [sb/sth],
run roughshod over [sb/sth]
v expr
informal, figurative (treat inconsiderately)αδιαφορώ για κπ/κτ ρ αμ + πρόθ
  (καθομιλουμένη, μεταφορικά)γράφω κπ/κτ στα παλιά μου τα παπούτσια εκφρ
  (αργκό, μεταφορικά)γράφω ρ μ
 That boy just rides roughshod over his parents.
 The boss rode roughshod over all of Paige's suggestions.
ride shotgun v expr (ride in front seat) (σε όχημα)κάθομαι μπροστά ρ αμ + επίρ
ride shotgun v expr historical (protect a stagecoach)συνοδεύω ρ μ
ride shotgun v expr (go with as protection)συνοδεύω ρ μ
  συνοδεύω για λόγους προστασίας έκφρ
ride shotgun v expr figurative (watch over [sth])προσέχω ρ μ
ridesharing,
ride-sharing,
rideshare,
ride-share
n
US (traveling together in one vehicle)ridesharing ουσ ουδ άκλ
  (επίσημο, περιγραφικό)κοινή χρήση οχήματος φρ ως ουσ θηλ
ridesharing,
ride-sharing,
rideshare,
ride-share
n as adj
US (relating to ridesharing)του ridesharing περίφρ
  (επίσημο, περιγραφικό)της κοινής χρήσης οχήματος περίφρ
roller coaster ride,
roller-coaster ride
n
figurative (turbulent experience) (μτφ: ένταση, φόβος)σαν τρενάκι του τρόμου φρ ως επίθ
  αγχωτικός επίθ
  έντονος επίθ
  ταραχώδης επίθ
Σχόλιο: Δεν υπάρχει ακριβής αντιστοιχία και επιλέγεται κάθε φορά το κατάλληλο ουσιαστικό, π.χ. αγχωτική κατάσταση, έντονη εμπειρία κλπ.
sleigh ride n (trip on a sledge)βόλτα με έλκηθρο περίφρ
take [sb] for a ride v expr figurative, informal (deceive, fool [sb])πιάνω κπ κορόϊδο έκφρ
  ξεγελάω ρ μ
 When he discovered his wallet was missing, he realized she'd taken him for a ride.
take [sb] for a ride v expr (transport [sb] in a car)πηγαίνω κάποιον βόλτα με το αυτοκίνητο περίφρ
 He took her for a ride along the coast at sunset.
thumb a ride,
also UK: thumb a lift
v expr
(hitchhike)κάνω οτοστόπ έκφρ
 We had to thumb a lift to Glasgow as we had no money left for the bus.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση ride up στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «ride up».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!